«ΤΟ ΒΑΠΟΡΑΚΙ», ΚΡΙΤΙΚΗ

Αν και μετά το 2000 άρχισε να αραιώνει τις εμφανίσεις του μπροστά από την κάμερα, ο 89χρονος σήμερα Κλιντ Ίστγουντ συνέχισε να σκηνοθετεί με ρυθμό… Γούντι Άλεν. Η τελευταία σπουδαία ταινία του ήταν αναμφίβολα το «Gran Torino» (2008), στο οποίο κρατούσε τον πρωταγωνιστικό ρόλο. Ο Γουόλτ Κοβάλσκι ήταν ένας χήρος –σε απόσταση από τα παιδιά του– βετεράνος του πολέμου της Κορέας, ο οποίος έβλεπε τη γειτονιά του να κατακλύζεται από Ασιάτες μετανάστες.

Μία δεκαετία κι επτά φιλμ (τα οποία μόνο σκηνοθέτησε) μετά ο αειθαλής Κλιντ επιστρέφει και ως ηθοποιός για χάρη μιας δραματικής περιπέτειας βασισμένης σε αληθινή ιστορία, η οποία μοιράζεται πολλά κοινά με εκείνη του Κοβάλσκι.

Διόλου τυχαία και οι δύο είναι γραμμένες από τον ίδιο σεναριογράφο. Αυτός είναι ο Νικ Σενκ, ο οποίος εμπνέεται εδώ από ένα άρθρο των «New York Times» και μας συστήνει τον 88χρονο Ερλ Στόουν (ο πραγματικός «ήρωας» ονομαζόταν Λίο Σαρπ), έναν ανθοκαλλιεργητή, επίσης βετεράνο της Κορέας, που έχει επίσης αποξενωθεί από τη γυναίκα και την κόρη του, στο γάμο της οποίας δεν εμφανίστηκε καν, καθώς διασκέδαζε σε ένα ανθοκομικό συνέδριο.

Αλλά οι δουλειές δεν πάνε πλέον καλά και ο γερο-Έρλ δέχεται να μεταφέρει ως σοφέρ το περιεχόμενο ενός σακ βουαγιάζ σε μια άλλη πολιτεία, κάτι για το οποίο αμείβεται πλουσιοπάροχα. Ακόμη και όταν καταλάβει πως πρόκειται για ναρκωτικά, συνεχίζει τα δρομολόγια, ενώ ένας φιλόδοξος αστυνομικός της δίωξης βρίσκεται στα ίχνη του.

Για πολλοστή φορά ο Ίστγουντ ενσαρκώνει πειστικά, εδώ μάλιστα με γενναίες δόσεις χιούμορ, έναν Αμερικανό παλαιάς κοπής, που βλέπει τον κόσμο γύρω του να αλλάζει ανεπιστρεπτί. Και καθώς οι παραδοσιακές αξίες χάνονται, αποσύρεται κι εκείνος μαζί τους, ανίκανος να προσαρμοστεί στη νέα τάξη πραγμάτων.

Το κλασικό αυτό μοτίβο του ιστγουντικού σύμπαντος προσαρμόζεται στο «Βαποράκι» σε ένα συγκινητικό στοχασμό πάνω στο χαμένο χρόνο, τον οποίο ο Ερλ θέλει να κερδίσει επαναπροσεγγί­ζοντας την οικογένειά του. Η καριέρα του ως ναρκο-διακινητή τού προσφέρει την τελευταία συγκίνηση της ζωής του, παράλληλα όμως τον διευκολύνει στο να βοηθήσει οικονομικά την εγγονή του και να ξανάρθει κοντά στην πρώην γυναίκα και την κόρη του.

Ένα ταξίδι συναισθηματικό κι ένα ταξίδι περιπετειώδες συνδυάζονται γλυκόπικρα και νοσταλγικά, με τον Κλιντ Ίστγουντ από τη μία να διασκεδάζει σαρκάζοντας μια νέα Αμερική (το internet, οι dykes with bikes, το καινούργιο αφεντικό του καρτέλ) στην οποία «περισσεύει» και από την άλλη να κοιτάζει το δικό του παρελθόν –την κινηματογραφική κόρη του υποδύεται η πραγματική κόρη του Άλισον– με τολμηρή αυτοκριτική διάθεση.

Πηγή: athinorama.gr