Ο Γάλλος μεγιστάνας απέκτησε το θρυλικό Cap Estel στο Èze έναντι 200 εκατ. ευρώ, επεκτείνοντας τη μεσογειακή αυτοκρατορία πολυτελών ξενοδοχείων του ομίλου LVMH.
Η Μεσόγειος υπήρξε πάντα το φυσικό του στοιχείο. Όχι για τις παραλίες, αλλά για τη σιωπή της πολυτέλειας που κρύβει. O Bernard Arnault ολοκλήρωσε μια αγορά που πέρασε σχεδόν απαρατήρητη, κι όμως, αποκαλύπτει πολλά για τον τρόπο που σκέφτεται ο άνθρωπος που έχει κάνει τη διακριτικότητα θεμέλιο της ισχύος του.
Ο επικεφαλής της LVMH απέκτησε το Cap Estel, ένα από τα πιο ιδιαίτερα ξενοδοχεία της Γαλλικής Ριβιέρας, στην Èze, ανάμεσα στη Νίκαια και το Μονακό, έναντι 200 εκατομμυρίων ευρώ. Η συναλλαγή, μέσω της οικογενειακής του εταιρείας Financière Agache, δεν είναι απλώς μια επένδυση, είναι μια η δήλωση ότι η αληθινή πολυτέλεια δεν φωνάζει· απλώς υπάρχει.
Το Cap Estel
Χτισμένο το 1899 από τον Ιρλανδό συγγραφέα Frank Harris, φίλο του Oscar Wilde, το Cap Estel εκτείνεται σε μια ιδιωτική χερσόνησο δύο εκταρίων (μονάδα μέτρησης επιφανείας), αγκαλιασμένη από το μεσογειακό φως. Με 20 δωμάτια και σουίτες, δύο πισίνες, γήπεδο τένις και ένα εστιατόριο υψηλής γαστρονομίας υπό τη διεύθυνση του σεφ Kévin Garcia (πρώην Jules Verne, Παρίσι), δεν χρειάζεται να διαφημιστεί.

Η αύρα του αρκεί. Είναι ο τόπος όπου έχουν μείνει οι Beatles, η Greta Garbo, ο David Niven, οι Rolling Stones. Εκεί, λέγεται, γεννήθηκε η μελωδία του Michelle. Ένα καταφύγιο της ευρωπαϊκής κομψότητας, φτιαγμένο για όσους ξέρουν να ζουν «μακριά από τα φώτα».
Η στρατηγική πίσω από τη σιωπή
Η εξαγορά του Cap Estel εντάσσεται σε ένα σχέδιο που υπερβαίνει τα όρια της φιλοξενίας.
Ο Bernard Arnault χτίζει αθόρυβα μια αυτοκρατορία fine living, που ενώνει μόδα, κρασί, τέχνη και εμπειρία. Μετά τα Cheval Blanc, τα Belmond και τα Bulgari Hotels, και με συμμετοχές στην Orient Express και τη La Résidence de la Pinède, ο δισεκατομμυριούχος της LVMH χαρτογραφεί τη νέα γεωγραφία της πολυτέλειας.
Με προσωπική περιουσία που ξεπερνά τα 149 δισ. ευρώ, ο Arnault αγοράζει τη γοητεία της παλαιάς Ευρώπης, την αύρα του πολιτισμένου πλούτου, τη γαλλική ιδέα της τελειότητας.
Η φιλοσοφία του quiet luxury, που καθορίζει πλέον την αισθητική των ελίτ, έχει βρει στον Γάλλο δισεκατομμυριούχο τον πιο συνεπή εκφραστή της. Τα ξενοδοχεία του δεν είναι σκηνικά για selfies, αλλά ναοί ιδιωτικότητας. Εκεί, η αρχιτεκτονική, το service και η θέα λειτουργούν σαν ένα ήσυχο brand statement: «Εδώ, το χρήμα έχει γούστο».
Η Γαλλική Ριβιέρα ως νέο πεδίο ισχύος
Η περιοχή γύρω από τη Νίκαια και το Μονακό μετατρέπεται σταδιακά σε στρατηγικό κέντρο της αυτοκρατορίας LVMH, με τον Arnult να επενδύει σε μια αλυσίδα εμπειριών που εκτείνεται από το Παρίσι ως το Saint-Tropez. Το Cap Estel, με τη διαχρονική του αίγλη, έρχεται να συμπληρώσει αυτή την αφήγηση ένα ακόμη κεφάλαιο στο σχέδιο του ανθρώπου που έχει μετατρέψει τη διακριτικότητα σε στρατηγική δύναμη.

Η εξαγορά δεν είναι αποκομμένη από την επιχειρηματική στρατηγική της LVMH. Το luxury hospitality αντιπροσωπεύει έναν από τους ταχύτερα αναπτυσσόμενους κλάδους του ομίλου, συνδέοντας brands, εμπειρίες και κοινό υψηλού εισοδήματος. Η είσοδος σε boutique τοποθεσίες όπως το Cap Estel επιτρέπει στην εταιρεία να δημιουργεί ολοκληρωμένα οικοσυστήματα πολυτέλειας.
Οι επισκέπτες μένουν σε Cheval Blanc, ταξιδεύουν με Orient Express, φορούν Louis Vuitton και πίνουν Moët & Chandon. Πρόκειται για ένα οικονομικό μοντέλο εμπειρίας, όχι προϊόντος και αυτό είναι το μεγάλο στρατηγικό στοίχημα της LVMH.
Η σιωπή ως δύναμη
Το Cap Estel, λίγα μόλις χιλιόμετρα από το Μονακό, αντιπροσωπεύει τη μετάβαση της πολυτέλειας από το φανταχτερό στο στοχαστικό. Είναι το σημείο όπου ο θόρυβος του πλούτου υποχωρεί και η εμπειρία μιλά από μόνη της. Σε αυτό το νέο τοπίο, ο Arnault επαναπροσδιορίζει τη σχέση της πολυτέλειας με την ευτυχία. Το Cap Estel γίνεται έτσι κάτι παραπάνω από ακίνητο: ένα σύμβολο εποχής, μια επιβεβαίωση ότι η πραγματική δύναμη δεν χρειάζεται να φωνάζει.
Πηγή : newmoney.gr
